Skip to content

Να πάω σε ψυχίατρο;

Να πάω σε ψυχίατρο; Τι σημαίνει αυτό για μένα; Τι θα πει ο κόσμος;


Στην Ελλάδα είναι γνωστό σε όλους ότι η πληροφορία ότι κάποιος βλέπει ψυχίατρο είναι αρκετή για να πυροδοτήσει μια σειρά από αρνητικές – ειρωνικές σκέψεις και σχόλια στην πλειοψηφία του κόσμου. Οι τελευταίες έχουν τη ρίζα τους σε διαχρονικές προκαταλήψεις περί της ψυχικής νόσου, δηλαδή το ΣΤΙΓΜΑ. Η αρνητική επίδραση του στίγματος είναι ανυπολόγιστη τόσο για την κοινωνία, όσο και για τους ίδιους τους ψυχικά ασθενείς (ανεξαρτήτως της βαρύτητας της διαταραχής τους).

Η ειρωνεία της υπόθεσης είναι ότι τα τελευταία χρόνια της κρίσης έχει διαδοθεί ευρύτατα η ιδέα-φήμη ότι “όλοι κάποια στιγμή χρειαζόμαστε ψυχίατρο”. Η ατάκα αυτή με διάφορες παραλλαγές έχει γίνει καραμέλα στο στόμα πολύ κόσμου, ο οποίος ταυτόχρονα όμως (στην πλειοψηφία του) δε θα κάνει το βήμα, το οποίο με ευκολία ξεστομίζει : όντως να απευθυνθεί σε ψυχίατρο για να αντιμετωπίσει το/τα προβλήματά του.

Οι λόγοι γι’ αυτό ποικίλλουν και καταρχήν έχουν να κάνουν με την προκατάληψη και τον φόβο για τον ψυχίατρο, την ψυχική νόσο και τα ψυχιατρικά φάρμακα. Το φαινόμενο αυτό είναι τόσο σοκαριστικά ενεργό που υπάρχουν περιπτώσεις με χρόνια και έκδηλα στοιχεία ψυχωτικής συνδρομής, οι οποίες καθυστερούν ανεπίτρεπτα να φτάσουν στον ψυχίατρο και όταν αυτό γίνει εντέλει, το άτομο που νοσεί να είναι διαλυμένο και η θεραπεία του ιδιαίτερα δύσκολη.

Πολλοί άνθρωποι μεταφράζουν μια ψυχιατρική συμπτωματολογία ως “αδυναμία χαρακτήρα” ή ως “ευαισθησία χαρακτήρα”. Με αυτό τον τρόπο υποεκτιμούν τη βαρύτητα και τις συνέπειες της σχετικής κατάστασης και όχι μόνο αυτό. Υιοθετούν απρόσκοπτα υποτιμητική και επικριτική στάση απέναντι στο άτομο που πάσχει με αποτέλεσμα να επιδεινώνουν την κατάστασή του! Με άλλα λόγια οι ενοχές, η αίσθηση ανικανότητας και κατωτερότητας, η θλίψη και ο θυμός που βιώνει το άτομο λόγω της ακατάλληλης αντιμετώπισης από τους οικείους του δυσχεραίνουν το πρόβλημα.

Ακόμη, δε γίνεται να μην αναφερθούν οι μηχανισμοί άμυνας της άρνησης, της απώθησης, της προβολής κ.α. οι οποίοι “κάνουν υπερωρίες” θα λέγαμε στον ψυχισμό του ατόμου. Έτσι κάποιος μπορεί να έχει έντονο και διαρκές άγχος στην καθημερινότητά του, αλλά επειδή έχει μάθει να ζει με αυτό, νομίζει ότι είναι αυτονόητο ή ότι το αντιμετωπίζει χωρίς επιπτώσεις άμεσες ή μακροπρόθεσμες. Οι επιπτώσεις του άγχους έχουν να κάνουν τόσο με την ψυχική όσο και με τη σωματική υγεία. Είτε λοιπόν αρνείται ότι έχει πρόβλημα και θυμώνει μάλιστα όταν δέχεται σχετικές επισημάνσεις, είτε το αναγνωρίζει σε βαθύτερο, υποσυνείδητο ενδεχομένως επίπεδο, αλλά το απωθεί.

Επιπλέον πολλοί άνθρωποι αυταπατώνται ότι μπορούν εύκολα μόνοι τους να αντιμετωπίσουν τα όποια ψυχικά τους ζητήματα, φαινόμενο που συχνά συνδέεται με ασυνείδητες ιδέες παντοδυναμίας. Αυτό ισχύει ακόμα και σε περιπτώσεις που η διάρκεια και η ένταση των συμπτωμάτων είναι εμφανώς μεγάλη, πόσο μάλλον σε ηπιότερες περιπτώσεις. Εκείνο επίσης που κάποιοι εύκολα δεν υπολογίζουν είναι οι επιπτώσεις των προβλημάτων τους όχι στους ίδιους πλέον αλλά σε άλλους κοντινούς τους ανθρώπους, όπως για παράδειγμα τα παιδιά τους.

Τα παιδιά μεγαλώνουν και χρησιμοποιούν ως βασικό τρόπο μάθησης τη μίμηση και την ταύτιση. Οι πρώτοι που θα ταυτιστούν είναι οι γονείς τους. Όταν οι γονείς τους δυσλειτουργούν είτε π.χ. γιατί πάσχουν από δυσθυμία, ή επειδή λόγω ποικίλων πεποιθήσεων όπως π.χ. “πρώτα η δουλειά” ή “τώρα θα κουραστώ που είμαι νέος” έχουν φτάσει σε κρίσεις πανικού ή σε έκδηλο γενικευμένο άγχος, τα παιδιά μην έχοντας την ωριμότητα να διαχωρίσουν το φυσιολογικό από το παθολογικό δε θα μείνουν ανεπηρέαστα. Και ύστερα ακολουθούν οι ενοχές..

Τέλος δεν μπορεί να παραγνωριστεί το γεγονός ότι η Ελλάδα όπως και σε άλλα θέματα έτσι και στην στάση απέναντι στην ψυχική υγεία, έχει μείνει αρκετά πίσω από χώρες του εξωτερικού, κυρίως της Ευρώπης και της Αμερικής. Υφίσταται υποδιάγνωση όλων των ψυχικών διαταραχών κυρίως στην επαρχία και λιγότερο στις μεγαλύτερες πόλεις όπως η Αθήνα.

Ο πολύς κόσμος συνεχίζει να έχει άγνοια τόσο για τις αιτίες του υπερβολικού του άγχους ή της κατάθλιψής του, όσο και για τις συνέπειές τους. Συχνά τα προβλήματα που έχουν να κάνουν με τις συνθήκες ζωής συσσωρεύονται τόσο που το άτομο αδυνατεί να ανταπεξέλθει :

  • ανατροφή παιδιών,
  • εργασιακές συνθήκες,
  • ενδοοικογενειακά προβλήματα,
  • προβλήματα υγείας προσωπικά ή συγγενικών προσώπων,
  • καθημερινές υποχρεώσεις,
  • οικονομική δυσπραγία κ.α.

Για ποιο λόγο λοιπόν το άτομο συνεχίζει να αρνείται ότι θα χρειαζόταν βοήθεια εκτός από τα λόγια και στην πράξη;

Παρά την ύπαρξη των προαναφερόμενων λόγων, το ερώτημα αυτό συνεχίζει να επιδέχεται μεγάλης διερεύνησης.


Ο παρακάτω σύνδεσμος είναι ένα ξένο (τι άλλο θα ήταν) website που επιδιώκει να προωθήσει την ιδέα ότι δεν είναι ντροπιαστικό ή αφύσικο να βλέπει κανείς ψυχίατρο ή ψυχολόγο , θεραπευτή γενικώς. Στο website αυτό μπορεί κάποιος να μπει και να γράψει την σύντομη προσωπική του μαρτυρία για τη θεραπεία του. Παραθέτω μια ενδεικτική περίπτωση :

At first, I thought I could cope with my shit all by myself. I did not want to take help, I did not want to show weakness. But as time went by, I saw myself feeling worse and worse. I realized that I was in too deep and could not manage my life on my own. When I finally found a therapist I could easily get on with, my friends and family told me how glad they were for me. They made me feel like I did something important and brave for myself. And it did help me. A lot. I don’t know if I would not have committed suicide if I hadn’t found my therapist.

 Mental health is as important as physical health. You would not let your teeth rot or your broken leg “get better my itself”, would you? Why wouldn’t you go and ask for help if you have depressions or are bipolar then?


Σπύρος Καλημέρης Ψυχίατρος Ψυχοθεραπευτής

Απάντηση

Discover more from Ψυχίατρος Σπύρος Καλημέρης

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading

Ζητήστε ραντεβού