Skip to content

Εξάρτηση από αντικαταθλιπτικά φάρμακα και σύνδρομο απόσυρσης

Υπάρχει εξάρτηση από αντικαταθλιπτικά;

Ένας από τους κλασικούς μύθους που αφορούν τα φάρμακα της ψυχιατρικής και κυρίως τα αντικαταθλιπτικα έχει να κάνει με τον εθισμό που θεωρείται ότι αυτά προκαλούν.

Η πραγματικότητα λοιπόν είναι ότι υπάρχει μια βασική κατηγορία φαρμάκων που δυνητικά μπορεί να προκαλέσει εθισμό και αυτά είναι τα ηρεμιστικά αγχολυτικά τύπου βενζοδιαζεπίνης. Πρόκειται για φάρμακα πολύ ευρείας κυκλοφορίας (π.χ. xanax, lexotanil, tavor κ.α.) που όταν η χρήση τους δεν είναι προσεκτική και ελεγχόμενη από ειδικό ψυχίατρο μπορεί να καταλήξει σε φαινόμενα εξάρτησης. Εκτός από τα ηρεμιστικά, κάποια διεγερτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις όπως η μεθυλφαινιδάτη έχουν ένα σχετικό δυναμικό εξάρτησης.

Διαχείριση εξάρτησης από φάρμακα

  • Και εξάρτηση να προκύψει, είναι αντιμετωπίσιμη και αναστρέψιμη με τους κατάλληλους χειρισμούς πλην εξαιρετικά ιδιόμορφων περιπτώσεων.
  • Για να προκύψει εξάρτηση πρέπει η δοσολογία να είναι υψηλή σε ποσότητα και διάρκεια. Αυτό δεν μπορεί να μπει ακριβώς σε κανόνα, γιατί εξατομικεύεται για κάθε θεραπευόμενο, κάθε οργανισμός δεν αντιδρά με τον ίδιο τρόπο.
  • Οι παράγοντες που επηρεάζουν την πιθανότητα εξάρτησης είναι ζήτημα της αρμοδιότητας ειδικού ψυχιάτρου. Η εντύπωση ότι ο καθένας «ξέρει τον εαυτό του» και άρα μπορεί να ρυθμίσει μόνος του μια φαρμακευτική αγωγή (και αυτό ισχύει και γενικά για όλα τα φάρμακα της ιατρικής) είναι συνήθως μερικώς εσφαλμένη και συνηθέστερα καταλήγει σε περαιτέρω προβλήματα.

Σύνδρομο απόσυρσης από αντικαταθλιπτικά

Υπάρχει το φαινόμενο του συνδρόμου απόσυρσης (διακοπής) από αντικαταθλιπτικά, φάρμακα που χρησιμοποιούνται βραχυπρόθεσμα ή και μακροχρόνια κυρίως στη θεραπεία αγχώδους διαταραχής και κατάθλιψης (συνήθως SSRIs & SNRIs), το οποίο συγχέεται με το θέμα του εθισμού και της εξάρτησης. Το φαινόμενο αυτό δεν είναι εξάρτηση από αντικαταθλιπτικά.

αντικαταθλιπτικά

Το σύνδρομο απόσυρσης προκύπτει από τη μεταβολή στη νευροδιαβίβαση της σεροτονίνης όταν διακοπεί απότομα ένα φάρμακο που την επηρεάζει. Περιλαμβάνει μια σειρά συμπτωμάτων που ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΑΤΡΙΚΩΣ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ και είναι ΠΑΡΟΔΙΚΑ. Τα συμπτώματα αυτά συνήθως ξεκινούν 1 με 5 μέρες από τη διακοπή και μπορεί να κρατήσουν από μέρες συχνότερα εώς και εβδομάδες σπανιότερα. Παρακάτω αναφέρονται τα συνηθέστερα :

  • Ναυτία, εμετός, κράμπες, διάρροια, απώλεια της όρεξης.
  • Εφίδρωση, εξάψεις, δυσανεξία στη ζέστη
  • Διαταραχές ύπνου
  • Ζάλη, ίλιγγος
  • Τρόμος, «ανήσυχα ποδια», αταξία
  • Αδυναμία, μυαλγία, ημικρανία
  • Ταραχή, άγχος, ανησυχία, ευερεθιστότητα, σύγχυση, αίσθημα αποπροσωποποίησης, εναλλαγές/πτώση διάθεσης, δυσκολία συγκέντρωσης

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα συμπτώματα μπορεί να προκαλέσουν εντονότατη δυσφορία σε πολλούς θεραπευόμενους. Είναι σημαντικό λοιπόν να υπάρχει η επίγνωση της αιτίας και της παροδικότητας των συμπτωμάτων αυτών. Επίσης συχνά συγχέονται με την πιθανότητα υποτροπής της κατάθλιψης ή αγχώδους διαταραχής.

Η σύγχυση αυτή φυσικά και ενδέχεται να δημιουργείται σε αρκετούς ασθενείς, τη στιγμή που η πλειοψηφία των επίσημων κατευθυντήριων οδηγιών για τα αντικαταθλιπτικά παγκοσμίως είναι ασαφείς ως προς τον βέλτιστο τρόπο, ενώ και οι περισσότερες μελέτες έχουν χαμηλό evidence λόγω της “επικάλυψης” των συμπτωμάτων διακοπής και της ίδιας της διαταραχής.

Στοιχεία που βοηθούν ως προς τη διάκριση είναι τα εξής :

  • Αν η θεραπεία της κατάθλιψης είναι επιτυχής και γίνει απότομη διακοπή φαρμάκου, μια πιθανή υποτροπή δε θα έρθει αμέσως. Το αντίστοιχο χρονικό διάστημα είναι σχετικό για κάθε περίπτωση και μπορεί να είναι από λίγες εβδομάδες ως και χρόνια. Αντίθετα τα συμπτώματα απόσυρσης αν εμφανιστούν θα εμφανιστούν μετά από 1-2 μέρες.
  • Τα συμπτώματα διακοπής είναι παροδικά ενώ τα συμπτώματα μιας διαταραχής είναι συνεχιζόμενα και πιθανώς επιδεινούμενα για μεγάλο διάστημα.
  • Τα συμπτώματα διακοπής μπορούν να υφεθούν με τη λήψη μιας ή περισσότερων δόσεων του αντικαταθλιπτικού (ή και άλλου ίδιας κατηγορίας) που διακόπηκε.
  • Τα συμπτώματα διακοπής πιθανώς να είναι διαφορετικά από τα αρχικά συμπτώματα της διαταραχής

Ενημερωθείτε σωστά για τη μείζονα κατάθλιψη


Ένας παράγοντας που έχει να κάνει με την εμφάνιση συνδρόμου απόσυρσης είναι ο χρόνος ημιζωής κάθε φαρμάκου (και των μεταβολιτών του) στην κυκλοφορία του αίματος. Πιο συγκεκριμένα όσο μικρότερος είναι αυτός, τόσο πιθανότερο το σύνδρομο απόσυρσης. Παρακάτω παρουσιάζεται ο σχετικός πίνακας με τους χρόνους ημιζωής των κυριότερων αντικαταθλιπτικών.

Εξάρτηση από αντικαταθλιπτικά χρόνος ημιζωής

Το αντικαταθλιπτικό φάρμακο παροξετίνη (seroxat) είναι αυτό που προκαλεί συχνότερα συμπτώματα απόσυρσης.

Διακοπή αντικαταθλιπτικών

Ουσιαστικά το σύνδρομο απόσυρσης μπορεί να μειωθεί στο ελάχιστο ή να μην υπάρξει με την τακτική της ΣΤΑΔΙΑΚΗΣ ΜΕΙΩΣΗΣ του αντικαταθλιπτικού παράγοντα. Απλώνουμε τη μείωση σε όσο μεγαλύτερο χρόνο μπορούμε και κατά όσο μικρότερη δόση είναι εφικτό.

Αυτό θα πρέπει να γίνεται σχεδιασμένα σε συνεργασία με το θεράποντα ψυχίατρο, του οποίου η σχετική συνδρομή είναι απαραίτητη, ενώ ταυτόχρονα βοηθητικό ρόλο παίζει η υιοθέτηση συνηθειών όπως η άσκηση και η καλή ισορροπημένη διατροφή. Σε μια ευρύτερη θεώρηση, η κατάλληλη διαχείριση των πολλών παραμέτρων που επηρεάζουν μια θεραπεία (περισσότερα για το θέμα στο σύνδεσμο που ακολουθεί) δύναται να αυξήσει σημαντικά την αποτελεσματικότητά της, αυξάνοντας έτσι και τις πιθανότητες για επάνοδο του ασθενή σε μια επιθυμητή ποιότητα ζωής.

Όταν παίρνουμε φάρμακα για λόγους υγείας, είναι αυτό εξάρτηση;

Ναι σε πολλές περιπτώσεις είμαστε εξαρτημένοι από τα φάρμακα, όταν αυτά μας θεραπεύουν για προβλήματα υγείας είτε σωματικής είτε ψυχικής φύσης που δε θα μπορούσαν να θεραπευτούν αλλιώς. Αυτό όμως δεν είναι εξάρτηση με την επιστημονική έννοια.

Τι είναι εξάρτηση;

Πρόκειται για ένα δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης ουσιών, που οδηγεί σε κλινικά σημαντική έκπτωση ή ενόχληση, όπως εκδηλώνεται με τουλάχιστον 3 από τα παρακάτω σε διάστημα 12 μηνών:

1.Ανοχή (ένα από τα ακόλουθα) :

• περιορισμένο αποτέλεσμα με τη συνέχιση της χρήσης ίδιας ποσότητας ουσίας

• ανάγκη για αυξημένες ποσότητες ουσίας για την επίτευξη επιθυμητού αποτελέσματος

2.Στέρηση (ένα από τα ακόλουθα):

• χαρακτηριστικό στερητικό σύνδρομο για την ουσία

• λήψη ίδιας ή παρόμοιας ουσίας για την αποφυγή στερητικού συνδρόμου

3.Διάθεση υπερβολικού χρόνου για την απόκτηση της ουσίας, τη χρήση, ή την ανάνηψη από αυτήν

4.Παραίτηση από κοινωνικές και επαγγελματικές υποχρεώσεις λόγω χρήσης ουσίας

5.Συνέχιση χρήσης, παρά την επίγνωση των αρνητικών σωματικών ή ψυχολογικών συνεπειών

6.Αδυναμία διακοπής ή ελέγχου λήψης της ουσίας, παρά την επίμονη επιθυμία,

7.Διάρκεια λήψης και ποσότητες μεγαλύτερες από την αρχική πρόθεση του ατόμου



Σπύρος Καλημέρης Ψυχίατρος Ψυχοθεραπευτής

Ζητήστε ραντεβού