Τι είναι η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή
Η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή είναι μια συχνή διαταραχή άγχους στην οποία υπάρχει έντονη ανησυχία και άγχος υψηλό, συνεχές, δύσκολα ελεγχόμενο που επηρεάζει έντονα την ψυχοσωματική κατάσταση του ατόμου. Ονομάζεται γενικευμένο άγχος επειδή εκδηλώνεται σε πολλές πτυχές της ζωής του.
Ποια είναι τα συμπτώματα της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής
Η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή (ΓΑΔ) έχει ως κύριο σύμπτωμα την υπερβολική ανησυχία.Η ανησυχία (στην αγγλική γλώσσα αποδίδεται με τον όρο worry) ορίζεται ως μια συνεχής νοητική δραστηριότητα που περιλαμβάνει μια σχετικά ανεξέλεγκτη αλυσίδα σκέψεων και εικόνων και έχει ως στόχο την προετοιμασία για την αντιμετώπιση καταστάσεων εκτιμώμενων ως απειλητικές.
Αναφέρονται στη συνέχεια άλλα κύρια συμπτώματα που μπορεί να έχει κάποιος με ΓΑΔ. Για να τεθεί η διάγνωση χρειάζεται να υπάρχουν τουλάχιστον 3 από τα 6 για μια περίοδο έξι μηνών το ελάχιστο.
- Ευερεθιστότητα
- Νευρικότητα
- Δυσκολία συγκέντρωσης
- Κόπωση
- Διαταραχή ύπνου
- Μυική τάση (σφίξιμο)

Ανησυχία στη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή
Χρονικά η ανησυχία κυριαρχεί στην καθημερινότητα, δηλαδή υφίσταται κάθε μέρα ή για τις περισσότερες μέρες της εβδομάδας και για ένα συνολικό διάστημα τουλάχιστον 6 μηνών. Το στοιχείο αυτό είναι το πρώτο που διαφοροποιεί τη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή από το άγχος και τις φυσιολογικές ανησυχίες που βιώνει ο καθένας μας στην καθημερινότητά του.
Έτσι, η ανησυχία δε θα πρέπει να προεξοφλείται ως μια υποχρεωτικά ψυχοπαθολογική διαδικασία. Η πρόληψη απειλητικών καταστάσεων είναι μια έμφυτη ανθρώπινη ανάγκη προστασίας σε έναν κόσμο με πολλές αβεβαιότητες, ένας μηχανισμός επιβίωσης εκ της απαρχής της εμφάνισης του ανθρώπου στη γη. Είναι αναμενόμενο να επιστρατεύεται όταν είναι απαραίτητο.
Στη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή η ένταση, η διάρκεια και η συχνότητα της ανησυχίας γίνεται τόσο δυσφορική που είναι δύσκολο για τον άνθρωπο να απαλλαχτεί από αυτή. Επιπλέον το παραμικρό ερέθισμα πυροδοτεί συμπτώματα υψηλού γενικευμένου άγχους και συχνά σημειώνεται μείωση της λειτουργικότητας του ατόμου σε κοινωνικό και εργασιακό επίπεδο.
Οι ανησυχίες αυτές είναι ως επί το πλείστον μη ρεαλιστικές, αλλά δεσμεύουν ισχυρά την προσοχή του ατόμου (tunnel vision). Το άτομο βρίσκεται σε συνεχή εγρήγορση και ανυπομονησία και θυμώνει εύκολα, συχνά έχοντας εκρήξεις θυμού, όταν τα πράγματα δεν έρχονται όπως θεωρεί αυτονόητο.
Χαρακτηριστικό της διαταραχής είναι η εγω-συντονική φύση της ανησυχίας, δηλαδή η αντίληψη της συνεχούς ανησυχίας ως ευεργετική στάση απέναντι στη ζωή, ως ένας μηχανισμός επιβίωσης απέναντι σε μια παρατεταμένη απειλητική κατάσταση (sustained threat), απέναντι στις πολλές εκτιμώμενες απαιτήσεις από τον αυτό μας, αλλά και από τους άλλους.
Αυτό συμβάλλει στην αντίσταση ορισμένων ασθενών στη θεραπεία, καθώς είναι πεπεισμένοι για την αναγκαιότητα μιας συνεχούς εγρήγορσης. Τα πράγματα πρέπει να φτάσουν στο απροχώρητο για να αλλάξει η στάση αυτή και τότε μπορεί να παρατηρηθεί η μετακίνηση στο άλλο άκρο, δηλαδή η αντίληψη της ανησυχίας ως πάντοτε βλαβερής και επικίνδυνης.

Η τελειοθηρία και η μη ανοχή της αβεβαιότητας αποτελούν δύο βασικές πυρηνικές πεποιθήσεις στη ΓΑΔ.
Συχνότητα γαδ
Κυμαίνεται μεταξύ 2-5% αν και πρέπει να αναφερθεί ότι υπάρχουν μελέτες στις οποίες η γενικευμενη αγχωδης διαταραχη ανευρίσκεται σε υψηλά ποσοστά της τάξης του 13%. Εκδηλώνεται περισσότερο στις γυναίκες και συνήθως σε ηλικίες μεταξύ 16-30 ετών. Δεν πρέπει να ξεχνάμε και το όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό των ατόμων εκείνων με γενικευμένη αγχώδης διαταραχή που ποτέ δε φτάνουν στις υπηρεσίες ψυχικής υγείας. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής θα μπορούσε να αποτελεί αιτία του ανωτέρω ευρήματος.

Συννοσηρότητα με τη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή
Όπως και όλοι οι τύποι αγχωδών διαταραχών έτσι και η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή παρουσιάζει υψηλό βαθμό συννοσηρότητας, πιο συχνά με άλλου τύπου άγχους π.χ. κρίσεις άγχους ή πανικού, με συναισθηματική διαταραχή όπως η διπολική διαταραχή , με κατάχρηση αλκοόλ, με κάποια διαταραχή προσωπικότητας και με διαταραχές σωματικών συμπτωμάτων (σωματόμορφες).
Κατάθλιψη και γενικευμένη αγχώδης διαταραχή συνυπάρχουν σε ποσοστό ως και 70% καθιστώντας το συνδυασμό αυτό έναν από τους συχνότερους και βαρύτερους επιβαρυντικούς παράγοντες για την ποιότητα ζωής των ασθενών.
Νευροβιολογία & γενικευμένη αγχώδης διαταραχή
Ο αποσυντονισμός της εγκεφαλικής δραστηριότητας έχει προταθεί ως ένα από τα βασικά νευροβιολογικά χαρακτηριστικά της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής, ιδιαίτερα η μειωμένη λειτουργική συνδεσιμότητα σε κατάσταση ηρεμίας (RSFC) μεταξύ της αμυγδαλής και του προμετωπιαίου φλοιού (PFC) τόσο σε ενήλικες όσο και σε εφήβους με ΓΑΔ.
Μελέτες υποδεικνύουν ότι ασθενείς με ΓΑΔ εμφανίζουν αυξημένη ψυχοφυσιολογική διέγερση (υπερεγρήγορση) ως την τυπική τους λειτουργία (π.χ. υψηλότερο καρδιακό ρυθμό) και αυτά τα άτομα είναι πιθανό να επιδείξουν τη μεγαλύτερη καρδιαγγειακή αντιδραστικότητα σε ένα ερέθισμα που προκαλεί άγχος όταν τους ζητηθεί να χαλαρώσουν ή να δουν ουδέτερα ερεθίσματα.
Δε θα πρέπει να αγνοηθεί η συσχέτιση του γενικευμένου άγχους με την πρόκληση χρόνιου στρες το οποίο θα επιδράσει ως προδιαθεσικός ή/και πυροδοτικός παράγοντας σε σωματικές παθήσεις όπως η υπέρταση, οι αρρυθμίες, η στεφανιαία νόσος, η κεφαλαλγία, το έλκος στομάχου, το ευερέθιστο έντερο και άλλα γαστρεντερικά προβλήματα, η ινομυαλγία κ.α. Νευροβιολογικοί μηχανισμοί που οδηγούν στο χρόνιο στρες αφορούν εν μέρει στην αύξηση της νοραδρενεργικής δραστηριότητας από τον υπομέλα τόπο, την υπερδιέγερση του συμπαθητικού συστήματος και τη χρόνια ενεργοποίηση του άξονα υποθαλάμου, υπόφυσης, επινεφριδίων.
Θεραπεία γενικευμένης αγχώδους διαταραχής
Η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή χρειάζεται κάποιας μορφής θεραπεία διότι είναι βασανιστική για το άτομο, του επηρεάζει τη λειτουργικότητα ενίοτε και σε “παραλυτικό” βαθμό και μπορεί να γίνει επιβλαβής και για τη σωματική του υγεία.
Η διαταραχή είναι αντιμετωπίσιμη, όχι όμως χωρίς τη βοήθεια ειδικού ψυχιάτρου, ειδικά όταν χρειάζονται φάρμακα. Η βασική φαρμακευτική αντιμετώπιση στη γενικευμένη αγχώδη διαταραχή γίνεται σε πρώτη φάση με αντικαταθλιπτικά φάρμακα τύπου SSRIs, τα οποία έχουν βασική ένδειξη στο άγχος λόγω μακροπρόθεσμης αγχολυτικής δράσης. Τα κλασικά ηρεμιστικά – αγχολυτικά τύπου βενζοδιαζεπινών βοηθούν αρκετά, θα πρέπει όμως να χορηγούνται με φειδώ και πάντα με πρόθεση μείωσης και διακοπής μετά από ένα αρχικό διάστημα. Η βουσπιρόνη (BESPAR) αποτελεί χρήσιμο ενισχυτικό παράγοντα σε κάποιες περιπτώσεις. Τέλος συχνά αποτελεσματικό φάρμακο με κύρια ένδειξη τη ΓΑΔ είναι η πρεγκαμπαλίνη.
Η γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία έχει την ισχυρότερη ένδειξη ως ψυχοθεραπευτική μέθοδος.
Τα τελευταία χρόνια η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή αντιμετωπίζεται και με τη νέα μέθοδο θεραπείας χωρίς φάρμακα rTMS.
Σπύρος Καλημέρης Ψυχίατρος Ψυχοθεραπευτής