Τι είναι η αναβλητικότητα
Η αναβλητικότητα είναι μια κοινή συμπεριφορά που χαρακτηρίζεται από την αναβολή δραστηριοτήτων ή καθηκόντων, ακόμα και όταν γνωρίζουμε ότι αυτό μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι η αναβολή ή καθυστέρηση της εκτέλεσης μιας πράξης δεν είναι οπωσδήποτε πρόβλημα. Συχνά είναι εσκεμμένη ώστε να αποφέρει μεγαλύτερο όφελος είτε σε σχέση με την ίδια την πράξη είτε σε σχέση με κάτι άλλο όπως π.χ. η ανάγκη ξεκούρασης. Έτσι, μια καθυστέρηση που είναι περιττή, παράλογη, επιβλαβής και συμβαίνει ως επαναλαμβανόμενο μοτίβο είναι αυτό που ονομάζουμε αναβλητικότητα και διαφέρει από τη “στρατηγική καθυστέρηση“.
Αναβλητικότητα μπορεί να παρουσιάζουν πολλοί άνθρωποι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, συστηματικά ή μόνο υπό συνθήκες με τα ποσοστά στο γενικό πληθυσμό να υπολογίζονται σε 20-25%. Σε φοιτητικούς πληθυσμούς όμως έχει μετρηθεί σε πολύ υψηλά ποσοστά της τάξεως του 70-95%.
Οι μελέτες δείχνουν ότι οι άντρες αναβάλλουν περισσότερο από τις γυναίκες. Άλλες δημογραφικές παράμετροι, όπως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση, η εθνικότητα, η πολυπολιτισμικότητα, το μεγέθος της οικογένειας και το εκπαιδευτικό υπόβαθρο δε φαίνεται να επηρεάζουν την τάση για αναβλητικότητα.
Αιτίες αναβλητικότητας
Ακολουθούν κάποιες βασικές αιτίες της αναβλητικότητας :
- Δυσκολίες στην εκτελεστική λειτουργία: Μειωμένη αναστολή απάντησης, δυσκολία αλλαγής αντικειμένου, οργάνωση, προγραμματισμός, μνήμη εργασίας, προοπτική μνήμη)
- Προβολή στο μέλλον : Οι άνθρωποι που χρονοτριβούν τείνουν να εστιάζουν περισσότερο στο παρόν σε σύγκριση με το μέλλον και δυσκολεύονται περισσότερο να φανταστούν μελλοντικά σενάρια.
- Φόβος αποτυχίας : Ο φόβος ότι δεν θα εκπληρώσουμε τις προσδοκίες μπορεί να οδηγήσει σε αναβλητικότητα για να αποφύγουμε την απογοήτευση.
- Φόβος επιτυχίας : Ο φόβος διαχείρισης των αυξημένων απαιτήσεων μετά από μια επιτυχία.
- Τελειομανία: Δύο υποπεριπτώσεις εδώ : α)“Αν δεν είναι όλα τέλεια” δεν ξεκινάω & β) “αν δεν είμαι σίγουρος ότι θα κάνω όλα τέλεια, δεν ξεκινάω”
- Έλλειψη κινήτρου ή ενδιαφέροντος: Όταν κάποιος δεν βρίσκει κάτι ενδιαφέρον ή έχει χαμηλό κίνητρο, είναι πιο πιθανό να το αναβάλει.
- Προτίμηση για άμεση ανταμοιβή: Η συστηματική προτίμηση δραστηριοτήτων που προσφέρουν άμεση ευχαρίστηση αντί για αργές, δυσκολότερες εργασίες με μακροπρόθεσμη ανταμοιβή.
- Χαμηλή αυτοεκτίμηση: Φαύλος κύκλος με χαμηλή αυτοεκτίμηση. Η χαμηλή αυτοεκτίμηση προκαλεί αναβολές, οι συνεχείς αναβολές μειώνουν την αυτοεκτίμηση και η επίγνωση αυτή γίνεται αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
- Παθητική επιθετικότητα : Αναβολή καθηκόντων ως αντίδραση σε κάποια φιγούρα ή μορφή εξουσίας
- Συναισθηματική φόρτιση: Αναβάλλουμε όταν δεν είμαστε καλά, κάτι που μπορεί να αποτελεί προσαρμοστικό στο στρες μηχανισμό.
Θα δούμε στη συνέχεια πως κάποιες από τις παραπάνω αιτίες εκδηλώνονται εντός ορισμένων διαταραχών που διακρίνονται από υψηλά ποσοστά αναβλητικότητας.

Αναβλητικότητα και ΔΕΠΥ
Η ύπαρξη αναβλητικότητας σε διάφορες πλευρές της καθημερινότητας ατόμων με ΔΕΠΥ αναγνωρίζεται τυπικά από θεραπευτές και εκπαιδευτικούς. Η έρευνα δείχνει ότι η αναβλητικότητα εμφανίζεται περισσότερο σε άτομα με ΔΕΠΥ από ότι στο γενικό πληθυσμό, ενώ τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε εξέλιξη ερευνητικές προσπάθειες για την αποσαφήνιση αυτής της συσχέτισης σε επίπεδο εγκεφάλου.
Κατά κύριο λόγο οι εκτελεστικές λειτουργίες είναι αυτές που μεσολαβούν στη σχέση μεταξύ αναβλητικότητας και προβλημάτων προσοχής.
Μία ερευνητική κατεύθυνση εστιάζει σε παράγοντες σχετικούς με το κίνητρο : Τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι άτομα με ΔΕΠΥ χρονοτριβούν και αναβάλλουν επειδή
- είναι πολύ παρορμητικά
- δεν δίνουν μεγάλη βαρύτητα στα μελλοντικά θετικά αποτελέσματα (αποφυγή καθυστερημένης ανταμοιβής)
- είναι λιγότερο σίγουροι για την ικανότητά τους να ολοκληρώσουν την εργασία ικανοποιητικά.
Μια άλλη γραμμή αφορά το εύρημα ότι οι άνθρωποι που είναι λιγότερο ικανοί να φανταστούν το μέλλον (και ενδεχομένως τις θετικές και αρνητικές συνέπειες της μη εκτέλεσης των προθέσεών τους σύμφωνα με το σχέδιο), τείνουν να ενδίδουν πιο εύκολα σε άμεσους πειρασμούς χρονοτριβώντας περισσότερο (Peters and Buchel 2010). Η ΔΕΠΥ σχετίζεται με «χρονική αποσύνδεση» & συστηματικές δυσκολίες στο χρονικό προσανατολισμό .
Ελλείμματα στην προοπτική μνήμη μπορεί να κρύβονται πίσω από τα ελλείμματα στην οργάνωση καθημερινών εργασιών που παρατηρούνται σε άτομα με ΔΕΠΥ.
Προοπτική μνήμη : Είδος μνήμης που αφορά στη δυνατότητα ενθύμησης ή προετοιμασίας εκτέλεσης μιας πράξης στο άμεσο μέλλον σε συγκεκριμένο χρόνο (π.χ. να θυμηθώ να πάρω τηλέφωνο σε μία ώρα), σε συνάρτηση με κάποιο γεγονός (να θυμηθώ να ρωτήσω κάτι το Νίκο όταν τον δω) ή μετά την ολοκλήρωση μιας δραστηριότητας (να θυμηθώ να στείλω ένα email όταν τελειώσω ένα ραντεβού).
Η αναβλητικότητα σε άτομα με ΔΕΠΥ μπορεί να σπάσει με το “άγχος της τελευταίας στιγμής“. Με λίγα λόγια όταν υπάρχει διορία για ένα καθήκον και αυτή πλησιάζει στη λήξη της(συνήθως μέρες ή ώρες), το άγχος αυτό παρέχει την απαραίτητη ώθηση επιτέλεσης του καθήκοντος. Η συμπεριφορά αυτή φαίνεται να μαθαίνεται και να επαναλαμβάνεται (arousal procrastination). Κίνητρα της υιοθέτησης αποτελεί η αποφυγή της πλήξης σε συνδυασμό με τη συναισθηματική διέγερση.
Αναβλητικοτητα και Κατάθλιψη
Μια σειρά από επίμονες επαναλαμβανόμενες αρνητικές σκέψεις για τον εαυτό, το μέλλον και τους ανθρώπους που έρχονται ως αποτέλεσμα των πυρηνικών σχημάτων της ελαττωματικότητας και του ανεπαρκή αυτοελέγχου (Aftab et al. 2017) φαίνεται να διαμεσολαβούν την αναβλητικότητα στις καταθλιπτικές διαταραχές : “Δε θα τα καταφέρω”, “Θα γίνω βάρος”, “Δε βρίσκω το νόημα” “Τίποτα δε μου πάει καλά” κ.α. Η συσχέτιση αναβλητικότητας με υπερβολική ανησυχία και μηρυκασμό (επανάληψη) αρνητικών σκέψεων διαπιστώνεται ερευνητικά και κλινικά εδώ και δεκαετίες.
Η σχέση της συναισθηματικής κατάστασης με την έναρξη επιτέλεσης ενός έργου εντοπίζεται σε σημαντικό βαθμό στην κατάθλιψη. Συχνά οι ασθενείς περιμένουν πρώτα να νιώθουν καλά και μετά να κάνουν το οτιδήποτε, κάτι που οδηγεί σε αρνητικό φαύλο κύκλο, αφού δε ένας λόγος που δε νιώθουν καλά είναι το ότι δεν κάνουν το οτιδήποτε.
Ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, αγχώδεις διαταραχές & αναβλητικοτητα
Πυρηνικά σχήματα και πεποιθήσεις σε αγχώδεις διαταραχές και στην ιδεοψυχαγκαστική διαταραχή ενδέχεται να προκαλούν συμπεριφορά αναβλητικότητας.
- τελειοθηρία
- πίεση για έλεγχο
- υπερυπευθυνότητα
- μη ανοχή της αβεβαιότητας
- καταστροφοποίηση
Έτσι άνθρωποι με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή και υπερβολικό άγχος ενδέχεται να αναβάλλουν συστηματικά αυτό που έχουν να κάνουν διότι :
- “δεν είναι όλα τέλεια”,
- δεν ελέγχουν κάθε λεπτομέρεια,
- δεν γνωρίζουν την έκβαση με βεβαιότητα,
- υπερτιμούν την πιθανότητα καταστροφικής έκβασης,
- δεν αντέχουν το ενδεχόμενο να ευθύνονται για κάτι που μπορεί να συμβεί
- χάνουν πολύ χρόνο σε ιδεοληψίες, παθολογική αμφιβολία, ψυχαναγκασμούς και τελετουργικά,
Βλέπουμε ότι η αναβλητικότητα μπορεί να λάβει τη μορφή συμπεριφοράς ασφαλείας και αποφυγής στους ανθρώπους με υπερβολικό άγχος. Με το να αναβάλλουν συνεχώς αυτό που έχουν να κάνουν, αποφεύγουν όλα τα αρνητικά που φοβούνται ότι θα συμβούν. Ένα από τα αρνητικά μπορεί να είναι το ίδιο το ισχυρό αίσθημα άγχους (π.χ. μια κρίση πανικού). Από την άλλη όμως η παγίδα είναι ότι και το να μένουν στάσιμοι έχει συνέπειες, κάτι που γνωρίζουν συνειδητά ή ασυνείδητα σε ποικίλλο βαθμό.
Διαταραχές προσωπικότητας & αναβλητικότητα
Αν και μπορεί να εμφανίζεται ανάλογα με την περίσταση, στις περισσότερες περιπτώσεις η αναβλητικότητα έχει πιο σταθερή εμφάνιση, ως μια διαχρονική τάση ή ψυχολογικό χαρακτηριστικό προσωπικότητας. Αυξημένη αναβλητικότητα θα δούμε κυρίως σε διαταραχές του Cluster C όπως η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή προσωπικότητας & η αποφευκτική διαταραχή προσωπικότητας, χωρίς να αποκλείονται όμως και οι υπόλοιπες.
Μην περιμένετε εξαιρετικές συνθήκες για να κάνετε κάτι καλό. Κάντε το με κανονικές συνθήκες. Ζαν-Πωλ Ρίχτερ
Γερμανός συγγραφέας (1763-1825)

Πως υποχωρεί η αναβλητικότητα
Καταρχήν υπάρχουν δεδομένα που αναφέρουν μείωση της τάσης για αναβλητικότητα όσο η ηλικία αυξάνεται.
Η ψυχοθεραπεία φαίνεται να είναι ο ενδεδειγμένος τρόπος αντιμετώπισης της αναβλητικότητας. Επαρκή δεδομένα για το ποια θεραπεία είναι πιο αποτελεσματική δεν υπάρχουν ώστε να έχουμε μια σίγουρη απάντηση. Άλλωστε η σχετική έρευνα έχει γνωρίσει μεγάλη ανάπτυξη μόλις τα τελευταία 30 χρόνια. Ως συνήθως οι μέλέτες για τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία είναι περισσότερες και υπάρχει μια συστηματική ανασκόπηση μικρού αριθμού μελετών του 2018 που δείχνει κάποιο όφελος.
Το πότε και αν θα βοηθήσει η κάθε ψυχοθεραπεία είναι σχετικό ανάλογα με την πολυσύνθετη φύση και τον αριθμό των ταυτόχρονων προβλημάτων που αντιμετωπίζει. Για παράδειγμα σε έναν άνθρωπο με συννοσηρότητα ΔΕΠΥ & αγχώδη διαταραχή που βιώνει διαχρονικά & έντονα την αναβλητικότητα στην καθημερινότητά του δεν μπορούμε να περιμένουμε σύντομη ή σίγουρη ανταπόκριση. Επιπλέον η αναβλητικοτητα δεν είναι συχνά το πρωταρχικό αίτημα όσων αναζητούν βοήθεια και παράλληλα είναι γεγονός ότι μεσα σε μια ψυχοθεραπευτική πορεία τα αντικείμενα που δουλεύουν οι θεραπευόμενοι είναι συνήθως πολλαπλά.
Η εξατομίκευση των αιτιών της αναβλητικότητας στον κάθε άνθρωπο μπορεί να προσφέρει πιο εστιασμένα αποτελέσματα. Για παράδειγμα άτομα που αναβάλλουν επειδή συνδυάζουν πολύ άγχος, χαμηλές προσδοκίες από τον εαυτό τους και φόβο αποτυχίας θα πρέπει να δουλέψουν τα συγκεκριμένα ζητήματα.
Πρέπει εδώ να αναφέρουμε ότι τα φάρμακα για τη ΔΕΠΥ απευθύνονται κυρίως στη διόρθωση της διαταραχής συγκέντρωσης και όχι στην αναβλητικότητα όπως πολλοί προσδοκούν. Σε αρκετές περιπτώσεις είναι γεγονός ότι η αναβλητικότητα μειώνεται από τα φάρμακα, όχι όμως σε όλες.
Επίλογος
Στο άρθρο είδαμε συνοπτικά μια σειρά από αιτίες αναβλητικότητας που έχουν αναφερθεί στη βιβλιογραφία, καθώς και κάποιες διαταραχές στις οποίες εμφανίζεται πιο συχνά σε σχέση με τα άτομα του γενικού πληθυσμού. Οι παρεμβάσεις για την αντιμετώπισή της περιλαμβάνουν συνδυασμό γνωσιακής-συμπεριφορικής θεραπείας και στρατηγικών οργάνωσης.
Να σημειώσουμε ότι ένας αυξανόμενος αριθμός μελετών δείχνει ότι η χρήση κινητών τηλεφώνων και γενικά διαδικτυακών μέσων κερδίζει σταδιακά τα πρωτεία ως δραστηριότητα στη θέση των δραστηριοτήτων που αναβάλλονται (π.χ. Reinecke et al, 2018). Οι περισσότερες μελέτες αφορούν νέους ανθρώπους και σχετίζονται με μείωση της ακαδημαϊκής τους απόδοσης, κάτι αναμενόμενο όταν τα αναφερόμενα ποσοστά αναβλητικοτητας σε φοιτητικούς πληθυσμούς είναι της τάξεως του ~80% όπως προαναφέραμε.
Η αναβλητικότητα αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ότι έχει αρνητικές συνέπειες σε τομείς, όπως οι ακαδημαϊκές επιδόσεις (Kljajic et al., 2021), η συμπεριφορά υγείας (Sirois, 2021 ), η διαχείριση των προσωπικών οικονομικών (Gamst-Klaussen et al.,2019), η εργασία (Metin et al.,2018 ; Nguyen et al.,2013) και η γενική ευημερία (Sirois & Pychyl, 2016 ).
Πηγές
Schraw, G., Wadkins, T., & Olafson, L. (2007). Doing the things we do: A grounded theory of academic procrastination. Journal of Educational Psychology, 99(1), 12-25.
Ferrari, J. R., Díaz-Morales, J. F., O’Callaghan, J., Díaz, K., & Argumedo, D. (2007). Frequent Behavioral Delay Tendencies By Adults: International Prevalence Rates of Chronic Procrastination. Journal of Cross-Cultural Psychology
The Relationship between Perfectionism and Procrastination
The nature of procrastination: a meta-analytic and theoretical review of quintessential self-regulatory failure. Psychol Bull 133: 65-94 (2007)
Altgassen, M., Scheres, A. & Edel, MA. Prospective memory (partially) mediates the link between ADHD symptoms and procrastination. ADHD Atten Def Hyp Disord 11, 59–71 (2019)
Flett, G.L., Blankstein, K.R., Martin, T.R. (1995). Procrastination, Negative Self-Evaluation, and Stress in Depression and Anxiety. In: Procrastination and Task Avoidance. The Springer Series in Social Clinical Psychology.
Ferrari JR, McCown W. Procrastination tendencies among obsessive-compulsives and their relatives. J Clin Psychol. 1994
