Τι είναι η ψυχική ανθεκτικότητα
Η ανθεκτικότητα (resilience) γενικά ορίζεται ως η ικανότητα ενός ατόμου να λυγίζει αλλά να μην σπάει, να αναπηδά και να προσαρμόζεται καλά μπροστά σε αντιξοότητες, τραύματα, τραγωδίες, απειλές ή ακόμα και σημαντικές πηγές άγχους.
Πολλές φορές έχουμε σκεφτεί πως ίσως δεν είμαστε ικανοί να ανταπεξέλθουμε σε μια δύσκολη κατάσταση ή να τη δεχτούμε όταν έρχεται, ενώ σε κάποιες άλλες γίνεται πιο εύκολα, σαν να έρχεται η λύση «αυτόματα». Μπορεί να παρατηρήσουμε επίσης, πως σε κάποια χρονικά διαστήματα της ζωής μας έχουμε περισσότερη αντοχή σε σχέση με κάποια άλλα. Όσο και να φαίνεται παράξενο, αυτή είναι μια απολύτως φυσιολογική κατάσταση και εξαρτάται από εκείνο το χαρακτηριστικό του εαυτού μας που λέγεται ψυχική ανθεκτικότητα.
Επεκτείνοντας λίγο τον παραπάνω ορισμό η ψυχική ανθεκτικότητα αναφέρεται στην ικανότητα αντιμετώπισης του στρες, των αντιξοοτήτων και του τραύματος, την έξοδο από το πένθος με τρόπο που προάγει τη θετική προσαρμογή και ανάπτυξη. Ενόψει των δύσκολων γεγονότων της ζωής, τα ανθεκτικά άτομα είναι σε θέση να διατηρήσουν την ψυχική τους υγεία και ευημερία, ακόμη και να αναδειχθούν πιο δυνατά και πιο ανθεκτικά από πριν. Ενώ μερικοί άνθρωποι μπορεί να έχουν μια φυσική προδιάθεση προς την ανθεκτικοτητα, η έρευνα έχει δείξει ότι η ανθεκτικότητα μπορεί επίσης να μαθευτεί και να αναπτυχθεί μέσω συγκεκριμένων παρεμβάσεων και παραγόντων τρόπου ζωής.

Παράγοντες διαμόρφωσης ψυχικής ανθεκτικότητας
Η ψυχική ανθεκτικότητα εξαρτάται άμεσα από διάφορους παράγοντες που αφορούν τόσο το ίδιο το άτομο όσο και το περιβάλλον του και ανάλογα τη φύση τους χωρίζονται σε παράγοντες επικινδυνότητας (risk factors) και προστατευτικούς παράγοντες (protective factors).
Οι παράγοντες επικινδυνότητας αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης προβλημάτων σε διάφορους τομείς της ανάπτυξης και της δομής των παιδιών και μπορεί να προέρχονται από την κοινότητα, το σχολείο, τις σχέσεις με τους συνομηλίκους, την οικογένεια και το ίδιο το άτομο. Μερικά παραδείγματα είναι οι αρνητικές εμπειρίες και τα τραύματα (Masten & Obradovic, 2006).
Ως προστασία απέναντι σε αυτά τα γεγονότα μπορούν να λειτουργήσουν οι προστατευτικοί παράγοντες, οι οποίοι αμβλύνουν τις συνέπειες των δυσμενών καταστάσεων και επιτρέπουν την επιτυχία παρά τους υψηλούς παράγοντες επικινδυνότητας. Μερικοί προστατευτικοί παράγοντες περιλαμβάνουν τον δείκτη νοημοσύνης, τον έλεγχο των συναισθημάτων, τη διαπαιδαγώγηση και την αποτελεσματική εκπαίδευση στο σχολείο (Vanderbilt-Adriance & Shaw, 2009).
Μάλιστα σε έρευνα για τους προστατευτικούς παράγοντες από Vanderbilt-Adriance & Shaw (2009), με δείγμα 226 αγόρια μεταξύ 1,5 έως 12 ετών, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι ο δείκτης νοημοσύνης του παιδιού, η φροντίδα των γονέων και η ποιότητα της σχέσης γονέα-παιδιού, που μετρήθηκαν στην πρώιμη παιδική ηλικία, συσχετίστηκαν σημαντικά με χαμηλά επίπεδα αντικοινωνικής συμπεριφοράς και υψηλά επίπεδα κοινωνικών δεξιοτήτων στις ηλικίες 11 και 12 ετών. Επομένως, επιβεβαιωμένα αυτοί οι παράγοντες μπορούν να συμβάλουν στην ψυχική ανθεκτικότητα παιδιών.
Πώς μπορεί κανείς να την αναπτύξει;
Ένας από τους βασικούς παράγοντες για την ανάπτυξη της ψυχικής ανθεκτικοτητας είναι η συναισθηματική νοημοσύνη και παράλληλα η ικανότητα του ατόμου να ρυθμίζει αποτελεσματικά τα συναισθήματά του. Οι άνθρωποι που είναι σε θέση να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους όσο το δυνατόν καλύτερα είναι πιο ανθεκτικοί στο άγχος και τις αντιξοότητες. Αυτό συμβαίνει επειδή τα συναισθήματα είναι στενά συνδεδεμένα με τη φυσιολογική μας απόκριση στο στρες και η ικανότητα ρύθμισης των συναισθημάτων μπορεί να βοηθήσει στον μετριασμό των αρνητικών επιπτώσεων του στρες στο σώμα και το μυαλό.
Ένας άλλος σημαντικός παράγοντας της ψυχικής ανθεκτικότητας είναι η ικανότητα διατήρησης μιας θετικής προοπτικής απέναντι στις αντιξοότητες. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα ανθεκτικά άτομα δε θα βιώσουν πένθος, αρνητικά συναισθήματα ή εμπειρίες, διότι οι απώλειες στη ζωή έρχονται αργά ή γρήγορα για όλους μας. Οι πιο ανθεκτικοί βρίσκουν έστω και μέσα από δύσβατες προσωπικές διαδρομές κάποιο νόημα και σκοπό στις εμπειρίες τους φτάνοντας σε μια αίσθηση ελπίδας και αισιοδοξίας. Μελέτες έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι που βιώνουν περισσότερα θετικά συναισθήματα, όπως χαρά, ευγνωμοσύνη και δέος, είναι πιο ανθεκτικοί στο άγχος και τις αντιξοότητες.

Για να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί η ανθεκτικότητα χρειάζεται χρόνο και προθυμία. Ιδιαίτερα βοηθητική είναι η εστίαση σε τέσσερα βασικά συστατικά – διαπροσωπική σύνδεση, ευεξία, υγιής σκέψη και σκοπός- και μπορεί να προσφέρει τη δυνατότητα να ξεπεραστούν δύσκολες και τραυματικές εμπειρίες.
Διαπροσωπικές σχέσεις
1. Προτεραιότητα στις σχέσεις: Η σύνδεση με ανθρώπους με ενσυναίσθηση και κατανόηση δίνει την αίσθηση συντροφικότητας.
2. Συμμετοχή σε ομάδες: Η δραστηριοποίηση σε ομάδες πολιτών, σε κοινότητες με βάση την πίστη ή σε άλλες τοπικές οργανώσεις παρέχει κοινωνική υποστήριξη.
Η ύπαρξη ενός υποστηρικτικού δικτύου φίλων, οικογένειας και κοινότητας μπορεί να προσφέρει ένα προστατευτικό όριο έναντι των αρνητικών επιπτώσεων του άγχους και των αντιξοοτήτων. Αυτό συμβαίνει επειδή η κοινωνική υποστήριξη μπορεί να βοηθήσει στη μείωση των συναισθημάτων απομόνωσης και μοναξιάς, να παρέχει πρακτική και συναισθηματική βοήθεια και να βοηθήσει τα άτομα να αναπτύξουν την αίσθηση του ανήκειν και του σκοπού.
Ευεξία
1. Σωματική φροντίδα: Το άγχος είναι τόσο σωματικό όσο και συναισθηματικό. Η υγιείς συνήθειες της καθημερινότητας, όπως η σωστή διατροφή, ο σωστός ύπνος, η ενυδάτωση και η τακτική άσκηση, μπορεί να ενισχύσει το σώμα, ώστε να προσαρμόζεται στο στρες και να μειώσει τη συναισθηματική κατάπτωση, όπως το άγχος ή η κατάθλιψη.
2. Ενσυνειδητότητα (mindfulness): Η ενσυνειδητότητα περιλαμβάνει την προσοχή στην παρούσα στιγμή με μια ανοιχτή και μη επικριτική στάση. Καλλιεργώντας την ενσυνειδητότητα, τα άτομα μπορούν να μάθουν να παρατηρούν τις σκέψεις και τα συναισθήματά τους χωρίς να κατακλύζονται από αυτά και να αναπτύξουν μια πιο ανεκτική άποψη για τη ζωή.
3. Αποφυγή αρνητικών διεξόδων: Η χρήση αλκοόλ, ναρκωτικών ή άλλων ουσιών εμποδίζει από το να εξελίξει κανείς την ψυχική ανθεκτικότητα. Ενθαρρύνεται η εξάσκηση πρακτικών που μειώνουν το στρες.

Σκοπός
1. Προσφορά προς τους άλλους: Η εθελοντική εργασία και προσφορά ή η γενικότερη βοήθεια και στήριξη σε κοντινά άτομα χαρίζει την αίσθηση σκοπού και ενισχύει την αυτοεκτίμηση. Από μία άποψη αφορά την επιστράτευση του αλτρουισμού ενός από τους θεωρούμενους ως ώριμους μηχανισμούς άμυνας.
2. Αυτογνωσία: Βοηθά αρκετά να αναγνωρίζει κανείς και να αποδέχεται τα συναισθήματά του σε δύσκολες στιγμές, αλλά και να θέτει ερωτήσεις που αποδομούν το ζήτημα και φέρνουν μια γρήγορη λύση. Μια πιθανή ερώτηση είναι “Τι μπορώ να κάνω για ένα πρόβλημα στη ζωή μου;”. Τα πιο περίπλοκα ζητήματα μπορούν να διαχωριστούν σε μικρότερα πιο διαχειρίσιμα κομμάτια.
3. Επίτευξη στόχων: Πολλές φορές βοηθούν οι ρεαλιστικοί στόχοι και η τακτική επίτευξή τους ακόμη και αν είναι μικρού μεγέθους. Σταδιακά θα οδηγήσουν προς την επίλυση όλων των προβλημάτων.
Υγιείς σκέψεις
1. Αποδοχή της αλλαγής: Η αποδοχή των συνθηκών που δεν μπορούν να αλλάξουν μπορεί να βοηθήσει για επικέντρωση στις συνθήκες που μπορούν να αλλάξουν.
2. Διατήρηση αισιόδοξης προοπτικής: Η επικέντρωση σε θετικές σκέψεις δίνει τη δυνατότητα να πιστεύει κανείς ότι θα ακολουθήσουν και θετικά γεγονότα.
3. Μάθημα μέσα από τα λάθη: Το να ανατρέξει κανείς σε προηγούμενες εμπειρίες εντοπίζοντας το ποιος ή τι βοήθησε, μπορεί να φέρει τη λύση για το πώς μπορεί να ανταποκριθεί αποτελεσματικά σε νέες δύσκολες καταστάσεις.
Αναζήτηση βοήθειας
1.Η λήψη βοήθειας όταν είναι αναγκαία είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη της ανθεκτικότητας
Συζήτηση
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλα τα παραπάνω πιθανώς να ακούγονται σε κάποιους πολύ ωραία στη θεωρία, αλλά πολύ πιο απρόσιτα στην πράξη.
Ο ορισμός της ανθεκτικότητας που αναφέραμε στην αρχή του άρθρου εστιάζει κυρίως στο άτομο. Με αυτόν τον τρόπο, αποτυγχάνει να αναγνωρίσει ρητά ότι τα άτομα είναι ενσωματωμένα στα κοινωνικά συστήματα και ότι αυτά τα συστήματα μπορεί να είναι περισσότερο ή λιγότερο ανθεκτικά από μόνα τους, καθώς και περισσότερο ή λιγότερο ικανά να υποστηρίξουν τις προσαρμοστικές ψυχολογικές ικανότητες του ατόμου.
Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η ανθεκτικότητα δεν είναι απλώς ένα ατομικό χαρακτηριστικό, αλλά επηρεάζεται επίσης από τα μεγαλύτερα συστήματα και δομές στις οποίες λειτουργούν τα άτομα. Για παράδειγμα, η έρευνα έχει δείξει ότι η ανθεκτικότητα στο χώρο εργασίας επηρεάζεται έντονα από την οργανωτική κουλτούρα και την ηγεσία. Οι οργανισμοί που δίνουν προτεραιότητα στην ευημερία των εργαζομένων, προσφέρουν ευκαιρίες για ανάπτυξη και ανάπτυξη και ενισχύουν την αίσθηση της κοινότητας και της συνεργασίας είναι πιο πιθανό να έχουν ένα ανθεκτικό εργατικό δυναμικό.
Έτσι, οι απαντήσεις στο τραύμα και τους σημαντικούς στρεσογόνους παράγοντες καθορίζονται από πολλαπλά δυναμικά, αλληλεπιδρώντα συστήματα ατομικού επιπέδου (π.χ. γενετικό, επιγενετικό, αναπτυξιακό, νευροβιολογικό), τα οποία είναι ενσωματωμένα σε μεγαλύτερα κοινωνικά συστήματα (π.χ. οικογενειακά, πολιτισμικά, οικονομικά και πολιτικά).
Όμως όσο περισσότερο διαρκούν οι στρέσσορες τόσο υποσκάπτεται η ανθεκτικότητα ακόμη και των πιο ανθεκτικών. Το χρόνιο στρες υποσκάπτει την ικανότητα φυσιολογικής απάντησης στο οξύ στρες.
Επίσης αυτό δε σημαίνει ότι κάποιος που αντέχει ένα είδος στρες, αντέχει σε όλα τα στρες. Στην πραγματικότητα το ερώτημα είναι πόσο καλά μελετημένοι οι τόσοι πολλοί, νεοσύστατοι και διαφορετικής ποιότητας στρεσσογόνοι παράγοντες της εποχής αλλά και τα αποτελέσματα της μεταξύ τους αλληλεπίδρασης;
Ποικίλες αποστραγγιστικές, αλλά και τραυματικές για τα άτομα πραγματικότητες της σημερινής ζωής μοιάζουν να καθιστούν την έννοια της ψυχικής ανθεκτικότητας μια ωραία αλλά κενή φράση, ένα δυσπρόσιτο ιδανικό. Πολλοί επιλέγουν να αρνούνται τις πραγματικότητες αυτές είτε καλλιεργώντας την αυταπάτη ότι δε θα τις συναντήσουν ποτέ, είτε μαθαίνοντας να ζουν σε προβληματικές για τον εαυτό τους ισορροπίες.
Είναι κρίσιμα τα ερωτήματα αφενώς αν μπορεί να υπάρξει ουσιαστική ψυχική ανθεκτικότητα στο στρες σήμερα χωρίς μια ριζική επανεκτίμηση και ενδεχομένως ρήξη με αρκετά καθιερωμένα πρότυπα τρόπου ζωής, αλλά και αν μεγάλο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού έχει καν την επιλογή να ζήσει σε μη στρεσσογόνες συνθήκες.
Η ψυχική ανθεκτικότητα είναι μια κρίσιμη παράμετρος για καλή ψυχική υγεία και εντέλει τη συνολική υγεία όλων μας.
Προκειμένου να προωθηθεί η ψυχική ανθεκτικότητα, μια συνδυαστική προσέγγιση είναι σημαντική. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την ανάπτυξη δεξιοτήτων στη συναισθηματική νοημοσύνη και ρύθμιση, τη δημιουργία υποστηρικτικών σχέσεων και κοινοτήτων και την υποστήριξη αλλαγών στα μεγαλύτερα συστήματα και δομές που επηρεάζουν την ευημερία μας. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να αναπτύξουμε τις δεξιότητες και τους πόρους που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις της ζωής και να αναδυθούμε πιο δυνατοί και πιο ανθεκτικοί από πριν.
Ένας τρόπος καλλιέργειας της ψυχικής ανθεκτικότητας είναι η υποστήριξή της από μικρή ηλικία σε επίπεδο εκπαιδευτικών συστημάτων. Αυτό θα σήμαινε βέβαια τη μετάβαση του προσανατολισμού της παιδείας από παροχή γνώσεων και τεχνικών δεξιοτήτων σε μια ευρύτερη καλλιέργεια δεξιοτήτων ζωής όπως η κριτική σκέψη, η συλλογική συνείδηση και πολλά άλλα.

Η κινητοποίησή μας προς ευρύτερες κοινωνικές δράσεις και όχι μόνο για το ατομικό μας όφελος, όχι μόνο μας ενισχύει, αλλά μπορεί να επιφέρει κάποτε και άρσεις των συλλογικών παθογενειών που μαστίζουν τις κοινωνίες παγκοσμίως. Δεν υπάρχει μεγάλη αμφιβολία ότι κράτη και θεσμοί χρειάζεται να ιεραρχήσουν διαφορετικά τις πολιτικές τους, δίνοντας προτεραιότητα στην πρόληψη και προς μια πιο ανθρωπιστική κατεύθυνση.
Συμπέρασμα
Συμπερασματικά, η ψυχική ανθεκτικότητα είναι ένα κρίσιμο συστατικό της ψυχικής υγείας και ευεξίας και μπορεί να αναπτυχθεί και να ενισχυθεί μέσω συγκεκριμένων παρεμβάσεων και παραγόντων τρόπου ζωής. Καλλιεργώντας τη συναισθηματική ρύθμιση, μια θετική προοπτική, την κοινωνική υποστήριξη, τις κοινωνικές δραστηριότητες μπορούμε να αναπτύξουμε τις δεξιότητες και τους πόρους που χρειαζόμαστε για να αντιμετωπίσουμε το άγχος, τις αντιξοότητες και το τραύμα και να αναδυθούμε πιο δυνατοί και πιο ανθεκτικοί από πριν.
Τελικά, η προώθηση της ψυχικής ανθεκτικότητας δε θα πρέπει να είναι μόνο ένας προσωπικός στόχος, αλλά ένας συλλογικός στόχος που μπορεί να ωφελήσει άτομα, οργανισμούς και κοινότητες στο σύνολό τους.
Συγγραφή : Σήλια Βενετσάνου Ψυχολόγος
Συγγραφή & επιμέλεια : Σπύρος Καλημέρης Ψυχίατρος Ψυχοθεραπευτής
Βιβλιογραφία
Building your resilience. (2020, February 1). https://www.apa.org. https://www.apa.org/topics/resilience/building-your-resilience
Luthar, S. S. (2015). Resilience in Development: A Synthesis of Research across Five Decades. John Wiley & Sons, Inc. EBooks, 739–795. https://doi.org/10.1002/9780470939406.ch20
Masten, A. S., & Obradović, J. (2006). Competence and Resilience in Development. Annals of the New York Academy of Sciences, 1094(1), 13–27. https://doi.org/10.1196/annals.1376.003
Snyder, C. R., & Lopez, S. J. (2001). Handbook of Positive Psychology. Oxford University Press.
Vanderbilt-Adriance, E., & Shaw, D. S. (2008). Protective Factors and the Development of Resilience in the Context of Neighborhood Disadvantage. Journal of Abnormal Child Psychology, 36(6), 887–901. https://doi.org/10.1007/s10802-008-9220-1
(Why are some individuals more resilient than others: the role of social support, 2016)